Συνέντευξη στην Ειρήνη Ζαβιτσάνου
Φωτογραφίες:  Ματίνα Φουντούλη

Μου είναι λίγο δύσκολο να προλογίσω μια συνέντευξη με τον Χρήστο Θηβαίο. Εξάλλου δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι από τις περιπτώσεις των καλλιτεχνών που ο χαρακτήρας τους, το έργο τους και η ίδια η πορεία τους στο μουσικό γίγνεσθαι της χώρας μας, τον καταστούν αυτόματα έναν από τους πιο αγαπημένους τραγουδοποιούς. Από τις «Μέρες Αδέσποτες» και τους «Συνήθεις Υπόπτους» έχουν περάσει ουκ ολίγα χρόνια με πολλές, σημαντικές συνεργασίες και τεράστιες επιτυχίες. Είναι ο άνθρωπος που όταν βρίσκεται πάνω στη σκηνή και τραγουδά τον «Άμλετ της Σελήνης» ή το «Ημερολόγιο», σκέφτεσαι πώς μπορεί κάθε φορά να είναι καλύτερος από την προηγούμενη. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που ακούς να τραγουδά «Πόσο πολύ σ’ αγάπησα ποτέ δεν θα το μάθεις» και αφήνεσαι εξ ολοκλήρου να ταξιδεύεις στο βάθος της ερμηνείας του.

Τον συναντήσαμε στα Εξάρχεια ένα παγωμένο απόγευμα, λίγο πριν την έναρξη των εμφανίσεών του στη μουσική σκηνή «Σφίγγα». Παρ’ ότι έξω ο υδράργυρος φλέρταρε με το μηδέν , η κουβέντα μας ήταν πολύ ζεστή και όμορφη. Θελήσαμε να μάθουμε τα πάντα για τον Χρήστο Θηβαίο και να «κλέψουμε», λίγη από τη σοφία του λόγου του και των απόψεων που έχει. Ευγένεια, νηφαλιότητα και… ποιητικός λόγος, είναι μόνο κάποια από τα χαρακτηριστικά που τον διακρίνουν και έκαναν την κουβέντα μας απολαυστική. Είναι από τις φορές που κάνεις συνέντευξη και θαρρείς ότι φεύγεις έχοντας πάρει μαθήματα και αποφθέγματα που θα σου φανούν χρήσιμα, που χαίρεσαι λίγο παραπάνω γιατί έχεις την τύχη να αρχίζει η χρονιά με ανθρώπους που σε εμπνέουν…


Αφήσατε πίσω τις σπουδές σας στην Μπολόνια στη φιλοσοφία για να ασχοληθείτε με τη μουσική. Τι ήταν αυτό που σας ώθησε και τελικά τι σας έπεισε να πάρετε αυτή την απόφαση και να αλλάξετε ρου στην πορεία σας;
Με τη μουσική ασχολούμαι από πολύ μικρή ηλικία, καθώς οι γονείς μου ήταν ηθοποιοί –και όχι μόνο οι γονείς μου αλλά και ο παππούς και η γιαγιά μου– οπότε είχα το μεράκι. Όταν κατάλαβα δε, σε ηλικία 7-8 ετών ότι μπορούσα να παράγω τους ήχους που άκουγα απόλυτα σωστά, αυτό μου έδωσε μια ασφάλεια. Στα 13 μου χρόνια άρχισα να παίζω κιθάρα και να τραγουδάω. Μεγαλώνοντας, αποφάσισα και εγώ να σπουδάσω,  επηρεασμένος βέβαια από τα μεγάλα είδωλα της μουσικής, Έλληνες συνθέτες, μεγάλους ξένους τραγουδοποιούς, τους ροκ σταρ, καθώς είχα διαβάσει ότι όλοι είχαν σπουδάσει. Έμεινα 12 χρόνια στην Μπολόνια και, ενώ δούλευα εν μέρει ως βοηθός καθηγητή, έγραφα και τραγούδια. Είχα όμως αυτό το δίλημμα, την αμφιβολία που πολλοί άνθρωποι συναντούν κάποια στιγμή στη ζωή τους: να ακολουθήσω το δρόμο της ασφάλειας που μου πρόσφερε η ακαδημαϊκή καριέρα ή να κάνω αυτό που πραγματικά με τραβάει, ακολουθώντας την ανασφάλεια στον κόσμο της τραγουδοποιίας; Κάπου λοιπόν, διάβασα την εξής φράση: «Κάθε άνθρωπος έχει μπροστά του χιλιάδες δρόμους αλλά ο πραγματικά δικός του δρόμος, είναι αυτός που, αν αποφασίσει να τον ακολουθήσει, ο φόβος του μεγαλώνει». Δεν χρειάστηκε να αμφιταλαντευτώ άλλο. Έκλεισα τα βιβλία, έκλεισα τις βαλίτσες μου και επέστρεψα στην Ελλάδα όπου συνάντησα τους «Συνήθεις Υπόπτους» και ήρθαν οι «Μέρες Αδέσποτες».

Υπήρξατε μαθητής του Ουμπέρτο Έκο στο μάθημα της σημειολογίας. Πώς είναι αυτή η εμπειρία; Τι αποκομίζει κάποιος από την επαφή και την τριβή με έναν τέτοιον άνθρωπο;
Νιώθω πραγματικά πολύ τυχερός γιατί, ψάχνοντας στα μαθήματα που με ενδιέφεραν, υπήρχε η «σημειωτική», όπως λεγόταν τότε, την οποία δίδασκε ο Ουμπέρτο Έκο . Αυτός ο άνθρωπος θεωρούσε ότι το μάθημα αυτό ήταν ουσιαστικά η πρακτική φιλοσοφία του σήμερα. Ο Ουμπέρτο Έκο με δίδαξε τρία πράγματα: το πρώτο ήταν ο σεβασμός, η αξιοπρέπεια και η γενναιοδωρία. Το δεύτερο ήταν το χιούμορ, τόσο μέσα στις αίθουσες του Πανεπιστημίου όσο κι απέναντι στη φιλοσοφία της ίδιας της ζωής. Το τρίτο ήταν ότι η μοναδική πραγματική άσκηση της πολιτικής είναι η άσκηση της καθημερινής πρακτικής αισθητικής του κάθε ανθρώπου.

Σημαντικές «ρήσεις» όντως… Υπάρχει κάτι άλλο από τα λεγόμενά του που το έχετε κρατήσει σαν συμβουλή και το ακολουθείτε στη ζωή σας;
Πρόκειται για έναν σοφό άνθρωπο που έχει πει πολλά πράγματα, ανάμεσα σε αυτά και το ότι «η μοναδική πραγματική επανάσταση είναι να μιλάμε ακατάσχετα για τα πράγματα που βρίσκονται κρυμμένα μες στη σιωπή». Αλλά θα σας πω για μια πιο προσωπική εμπειρία: του είχα ζητήσει τη χάρη να μου δώσει κάποια στιγμή βιβλιογραφία και λεξικογραφία για να μελετήσω ώστε να προλάβω τους υπόλοιπους συμφοιτητές, στην ορολογία και τη σημασιολογία, καθώς την πρώτη χρονιά δυσκολευόμουν λίγο με τη γλώσσα. Μου έδωσε τη βιβλιογραφία αλλά το μέλημά του δεν ήταν αυτό. Το μέλημά του ήταν να έρθει την επόμενη μέσα στην αίθουσα και να πει το εξής: είναι τιμή μας που ένας Έλληνας φοιτητής βρίσκεται ανάμεσά μας και σπουδάζει εδώ. Γι’ αυτό λοιπόν, κατά τη διάρκεια του μαθήματος θεωρώ ότι είναι καλύτερα να μιλάω λίγο πιο αργά, όχι τόσο για να καταλαβαίνει εκείνος καλύτερα τι λέω, όσο για να καταλαβαίνω καλύτερα εγώ ο ίδιος τι εννοώ…

…Κάθε μέρα προσπαθώ να ξεχάσω τον εαυτό μου και να είμαι κάποιος καινούριος…

Από το μακρινό 1994 και τους «Συνήθεις Υπόπτους» έχουν περάσει σχεδόν 24 χρόνια. Μια μεγάλη διαδρομή, μια ολόκληρη πορεία. Τι έχει αλλάξει στον Χρήστο Θηβαίο όλα αυτά τα χρόνια;
Τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά, όπως λένε και οι αγαπημένοι Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας. Όσο γερνάω, τόσο προσπαθώ να γίνω σοφότερος, πιο συγκεκριμένος. Αλλά αυτό νομίζω θα το πετύχω μόνο με έναν τρόπο: να καταφέρω να ξεχάσω τον εαυτό μου.

Και τι παραμένει ίδιο;
Αυτή η ζέση, η αίσθηση της ανασφάλειας ότι ξεκινάω από την αρχή και θέλω να κάνω καινούρια πράγματα.

Ανασφάλεια; Εκπλήσσομαι που το ακούω…
Έχει να κάνει με το γεγονός ότι κάθε φορά που βγαίνω στη σκηνή και κάθε φορά που βρίσκομαι μπροστά σε μια λευκή κόλλα χαρτί όπου θα πρέπει να συγγράψω, να συνθέσω, αυτή τη μελοποιημένη ποίηση, ας πούμε, των έντεχνων καλλιτεχνών και στο τέλος να βγω, έχοντας το θάρρος αυτό που δημιούργησα να το κοινοποιήσω και να το εκφράσω ερμηνεύοντας. Στο τραγούδι που είναι το τελικό αποτέλεσμα, σίγουρα υπάρχει μια διαρκής ροή ενός ποταμού ανασφάλειας που δεν είναι παρά ο βατήρας μιας υψηλότερης πορείας, μιας υψηλότερης στάθμης ώστε από ‘κει πάλι να βουτήξω στα βαθιά, όσο υψηλότερο το σημείο, τόσο μεγαλώνει ο φόβος…


…Είμαστε πολύ τυχεροί ως λαός που έχουμε τόσο μεγάλους συνθέτες, τόσο σπουδαίους ποιητές και φυσικά εξαιρετικούς ερμηνευτές. Οπότε είμαστε η ευλογημένη χώρα του τραγουδιού…

Ατενίζοντας κάποιος τη δική σας πορεία στο μουσικό στερέωμα θα συναντήσει κομβικούς σταθμούς και συνεργασίες με μεγάλους καλλιτέχνες. Υπάρχει ωστόσο, κάποιο «απωθημένο», κάποιος καλλιτέχνης που θα θέλατε να συνεργαστείτε μαζί του και δεν το έχετε κάνει ακόμη;
Νιώθω πραγματικά πολύ τυχερός γιατί έχω συνεργαστεί με όλους τους αγαπημένους: Αρχίζοντας με τον Γιώργο Ανδρέου, και Γιώργο Νταλάρα, Ελένη Τσαλιγοπούλου και Μάριο Φραγκούλη, τον Μαχαιρίτσα, τις συναυλίες με τη Χαρούλα Αλεξίου, Δήμητρα Γαλάνη και τον αείμνηστο Δημήτρη Μητροπάνο, τον μοναδικό Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Έχω… διατελέσει κάτω από τη σοφία και τη διδαχή του άλλου μεγάλου δασκάλου, του Θάνου Μικρούτσικου, έχω συνεργαστεί με τον Γιάννη Χαρούλη και τον Μίλτο Πασχαλίδη, που είναι πολύ καλοί φίλοι, είναι η ίδια μου οικογένεια. Έπειτα ο Θανάσης Παπακωσταντίνου και ο Σωκράτης Μάλαμας, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Ορφέας Περίδης και φυσικά τα νέα παιδιά όπως η Ρίτα Αντωνοπούλου, τα Κίτρινα Ποδήλατα, ο Γιώργος Ρους. Έχω συνεργαστεί με όλους. Θαυμάζω βέβαια και αρκετούς ξένους, όπως ο Sting, o Paul McCartney, και αν είχα ποτέ την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί τους, θα ήταν μεγάλη μου χαρά και τιμή αλλά δεν το έχω απωθημένο. Για να είμαι ειλικρινής, αν με ρωτούσατε αν θα άλλαζα δυο λεπτά πάνω στη σκηνή με τον Μίλτο Πασχαλίδη, με μια εμφάνιση με τον Paul McCartney, θα απαντούσα όχι, δεν θα τα άλλαζα.

Είστε από τους τραγουδοποιούς που θεωρώ ότι έχετε εδραιωθεί στη συνείδηση του κοινού. Νιώθετε έτσι; Και αν ναι, πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η εδραίωση;
Όλα αυτά τα χρόνια δεν κάνω τίποτε άλλο από το να κάνω τη δουλειά μου καλά, με πολλή αγάπη, συνέπεια, σαφήνεια, ειλικρίνεια και αξιοπρέπεια. Προσπαθώ να ανανεώνομαι και να κάνω καινούρια πράγματα. Αυτά που, κατά πάσα πιθανότητα, με έχουν εδραιώσει είναι δύο πράγματα: το πρώτο είναι η σταθερότητά μου –γι’ αυτό και έχω διάρκεια– και το δεύτερο, είναι η εμμονή και η επιμονή μου να κάνω καλά live, να παίζω καλά πάνω στη σκηνή. Άλλοι με λένε τραγουδιστή. Εγώ πιστεύω ότι είμαι ένας παραμυθάς πάνω στη σκηνή, ένας αφηγητής κι ας πούμε ένας… ερμηνευτής. Πάντα έχω κατά νου τα λόγια της αγαπημένης μου Αρλέτας, τρεις μεγάλες κουβέντες που μου είχε πει… Όταν με είδε, μου είπε: «Παιδί μου, έχεις ταλέντο». Χάρηκα εγώ πάρα πολύ, ενθουσιάστηκα. «Σας ευχαριστώ», λέω και μου απαντά: «Μην με ευχαριστείς. Αυτό που με νοιάζει είναι τι θα το κάνεις το ταλέντο που έχεις…» Περνώντας τα χρόνια, σε μια άλλη συνάντησή μας, μου είπε «Πρόσεχε, παιδί μου, πρόσεχε, γιατί στην αποτυχία χάνεις το μυαλό σου, στην επιτυχία χάνεις την ψυχή σου». Η τρίτη της «κουβέντα» ήταν: «Η επιτυχία και η δόξα μόνο προβλήματα θα σου δημιουργήσουν, αλλά να ξέρεις ότι θα σου δώσουν πάντα την ευκαιρία να μπορείς να κάνεις το επόμενο βήμα σου, όπως εσύ το θέλεις». Με αυτά τα λόγια της πορεύομαι…

Μετανιώνετε για κάτι;
Ως άνθρωπος σίγουρα μπορεί να μετανιώσω για συμπεριφορές σε διαπροσωπικές σχέσεις, αν είχα μια δριμεία συμπεριφορά, αν φέρθηκα περίεργα ή άσχημα, για παράδειγμα σε φίλους. Δεν δικαιολογούμαι και δεν το κάνω πλέον γιατί πιστεύω ότι ο ευγενής άνθρωπος έχει το εξής χαρακτηριστικό: πρέπει να παραιτείται από την ανάγκη της αυτοδικαίωσής του. Όσο μεγαλώνω, και γενικά στην πορεία μου και στη ζωή μου, δεν μετανιώνω για τίποτε.

Ποια συνεργασία σας θεωρείτε ότι σας έχει επηρεάσει πάρα πολύ;
Από όλους έχω πάρει πολλά πράγματα και ήταν όλοι πολύ γενναιόδωροι μαζί μου. Εκ των πραγμάτων όμως, και λόγω της ιδιαίτερης σχέσης που έχουμε όλα αυτά τα χρόνια, αναμφίβολα ο άνθρωπος που με επηρέασε περισσότερο ήταν ο Θάνος Μικρούτσικος. Το μεγαλείο του Θάνου.

…Θέλω τα παιδιά μας να έχουν τη δύναμη να καθιστούν τους εαυτούς τους ικανούς να ονειρεύονται και να είναι ευτυχισμένοι. Αυτό μόνο…

Είστε από τους τραγουδοποιούς που δίνουν χώρο στα νέα παιδιά και τα βοηθάτε. Τι θα συμβουλεύατε κάποιον νέο που κάνει τα πρώτα του βήματα στον χώρο της μουσικής;
Να έχει στο μυαλό του τη μουσική και όχι το τραγούδι. Η μουσική, είναι ένας τεράστιος ωκεανός και το τραγούδι είναι μια μικρή πανέμορφη Πολυνησία. Είναι λάθος κάποιος να ξεκινάει από το τραγούδι. Πρέπει πρώτα να μάθει ένα όργανο, να μελετήσει μουσική, συνθέτες, να διαβάζει λογοτεχνία, να καταφέρει να γράφει στίχους και μουσική, να έχει μουσική παιδεία. Το τραγούδι είναι κάτι που μπορεί να του τύχει, μπορεί και όχι –δεν πρέπει να  είναι αυτοσκοπός το τραγούδι. Όλο αυτό αφορά στην έννοια της δημιουργίας φυσικά.


«Πόσο πολύ σ’ αγάπησα ποτέ δεν θα το μάθεις»
. Ένα τραγούδι ύμνος στον έρωτα και την αγάπη που, λίγο πολύ, όλοι το έχουμε τραγουδήσει και παρ’ ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από την κυκλοφορία του, δεν χορταίνουμε να το ακούμε. Τι πιστεύετε ότι ορίζει ένα τραγούδι ως διαχρονικό;
Διαχρονικά θεωρώ ότι είναι τα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, του Μίκη Θεοδωράκη, του Θάνου Μικρούτσικου. Βέβαια, έγιναν διαχρονικά σε συνάρτηση με τους ερμηνευτές που τα έχουν πει. Δηλαδή τι να πει κανείς για τη Νάνα Μούσχουρη, τη Φλέρυ Νταντωνάκη, τον τεράστιο Γρηγόρη Μπιθικώτση, όλους αυτούς τους κορυφαίους ερμηνευτές… Δεν ξέρω ποια είναι συνταγή για ένα διαχρονικό τραγούδι. Ίσως παίζει ρόλο και η χρονική στιγμή που βγαίνει ένα τραγούδι. Τώρα το «Πόσο πολύ σ’ αγάπησα» είναι στίχος που χρησιμοποιούμε όλοι και έχει κάποια λογική το ότι έχει τόσο μεγάλη απήχηση. Εγώ θα αντιστρέψω την ερώτηση και θα σας πω: στην ερμηνεία του σπουδαίου Μανώλη Μητσιά, με τους καταπληκτικούς στίχους του Άλκη Αλκαίου: «Με μια πιρόγα φεύγεις και γυρίζεις / στη γη των Βησιγότθων αρμενίζεις», θα σας περνούσε ποτέ από το μυαλό ότι αυτοί οι στίχοι θα γίνονταν τόσο αγαπημένοι και θα μπορούσε να το τραγουδάει ο οποιοσδήποτε; Εμένα ποτέ. Ή το πώς ταυτίστηκε ο κόσμος με τον «Άμλετ της Σελήνης» –πάλι δεν το περίμενα. Είμαστε πολύ τυχεροί ως λαός που έχουμε τόσο μεγάλους συνθέτες, τόσο σπουδαίους ποιητές και φυσικά εξαιρετικούς ερμηνευτές. Οπότε είμαστε η ευλογημένη χώρα του τραγουδιού.

Το δικό σας αγαπημένο τραγούδι;
Αγαπημένο μου τραγούδι που τυχαίνει να το έχω πει και εγώ, ενώ πρώτοι το τραγούδησαν οι αδελφοί Κατσιμίχα είναι «Ο λύχνος του Αλλαδίνου», σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου. Πάντα με συγκινεί και με συγκλονίζει η ιστορία αυτού του κομματιού.

Με τι αίσθηση θέλετε να φεύγει ο κόσμος από τα live σας; Τι θα θέλατε να πάρει μαζί του, πώς να νιώθει;
Θα ήθελα, καταρχάς, να ονειρεύεται μαζί μας κατά την διάρκεια της συναυλίας και φεύγοντας να έχει την αίσθηση ότι αυτό που είδε δεν θα το ξαναδεί ποτέ, ότι ήταν κάτι μοναδικό.

Εσείς ονειρεύεστε πάνω στη σκηνή; Δίνετε πάντως την εντύπωση ότι «ταξιδεύετε», ότι αφήνεστε και το ζείτε με όλο σας το είναι. Έτσι γίνεται; Πώς βιώνετε την παρουσία σας πάνω στη σκηνή;
Ναι, σίγουρα! Εάν δεν το βιώσω, δεν μπορώ να τραγουδήσω. Από τη στιγμή που πατάω το πόδι μου πάνω στη σκηνή δεν υπάρχει τίποτε άλλο, η ζωή μου γίνεται η μουσική και τα τραγούδια –και φυσικά οι συνάδελφοι που παίζουν και τραγουδούν μαζί μου.

Στους στίχους των τραγουδιών σας περιγράφετε όμορφες εικόνες που βγάζουν μια νοσταλγία, μια γλυκιά μελαγχολία… Υπάρχει συναίσθημα γύρω μας ή το αποφεύγουμε –συνειδητά πολλές φορές;
Δεν πιστεύω ότι λείπει το συναίσθημα. Τώρα αν το αποφεύγουμε, αυτό είναι ουσιαστικά επιλογή του καθενός. Όπως επίσης επιλογή του καθενός είναι να κρίνει ότι τα τραγούδια τα δικά μας, τα πιο μελαγχολικά ας πούμε, έχουν λιγότερο φως. Δεν ξέρω πώς ερμηνεύουν το φως τους. Το φως είναι η απόλυτη ομορφιά αλλά το μεγαλείο βρίσκεται στο σκοτάδι. Πιστεύω, λοιπόν, ότι υπάρχει συναίσθημα και το εισπράττουν πολύ καλύτερα τα νέα παιδιά που γράφουν μουσική, ασχολούνται με τις τέχνες, τη δημιουργία, το τραγούδι, το θέατρο, και ο κόσμος τους ανήκει.

…πιστεύω ότι ο ευγενής άνθρωπος έχει το εξής χαρακτηριστικό: πρέπει να παραιτείται από την ανάγκη της αυτοδικαίωσής του. Όσο μεγαλώνω, και γενικά στην πορεία μου και στη ζωή μου, δεν μετανιώνω για τίποτε… 

Σε παλαιότερη συνέντευξή σας είχατε δηλώσει: «Ήμουν στο μεταίχμιο ακόμη και να αποταχτώ από τη ζωή». Θέλει πολύ θάρρος να βγει κάποιος και να το ομολογήσει δημόσια. Εσείς πού βρήκατε τη δύναμη να «το παλέψετε»;
Περνάει πολλά στάδια ένας άνθρωπος και πολλές φάσεις στη ζωή του. Για παράδειγμα, αυτή την περίοδο τρέφω μεγάλο ενδιαφέρον για την εξάρτηση. Κάθε είδους εξάρτηση. Βρίσκομαι σε περίοδο αποτοξίνωσης από το αλκοόλ και αισθάνομαι ότι ξαναγεννιέμαι. Έτσι θα ήθελα να αισθάνεται και κάθε άνθρωπος, ώστε να μπορέσει να αποταχτεί από τις εξαρτήσεις του. Κινητήριο δύναμη σε αυτό αποτελεί η δύναμη της ύπαρξης, η ομορφιά των ανθρώπων που αγαπάω και της μουσικής.

Τα μονοπάτια της κατάθλιψης ωστόσο τα διαβαίνουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι στις μέρες μας. Πιστεύετε ότι η τέχνη μπορεί να αποτελέσει διέξοδο; Να γίνει το αντίδοτο;
Εν μέρει ναι, μπορεί να βοηθήσει αλλά χρειάζεται και η βοήθεια γιατρού… Ας μη γελιόμαστε! (γέλια)


«Η καρδιά είναι ένα σιδερένιο νησί», τραγουδάτε στο ομότιτλο κομμάτι. Από τι «υλικά» είναι τελικά φτιαγμένη η καρδιά;
Πολύ μ’ αρέσει η ερώτησή σας! Η καρδιά είναι μια βαλβίδα, στον φυσιολογικό της ορισμό, που δεν κάνει τίποτε άλλο από το να ανανεώνει το αίμα. Θα σας πω μια ιστορία: ως αποτέλεσμα και μιας επιστημονικής λαγνείας της ανθρώπινης ύπαρξης στις αρχές του 1400 πίστευαν το εξής: όταν κοιτάζω στα μάτια κάποιον άλλο, το αίμα αρχίζει να ανεβάζει θερμοκρασία, οπότε λειτουργεί η καρδιά με διαφορετικό τρόπο. Ανεβαίνοντας η θερμοκρασία κάθεται πάνω στη λεία πλευρά της καρδιάς το αίμα και αρχίζει να μετατρέπεται από υγρό σε αέριο στοιχείο –λόγω της θερμοκρασίας. Βγαίνει λοιπόν από τις οπές του προσώπου, από τα παράθυρα της ψυχής που είναι τα μάτια, σαν υδρατμός και, μέσα από το βλέμμα, μπαίνει στα μάτια του άλλου, όπου αρχίζει η αντίστροφη διαδικασία και από αέριο στοιχείο μετατρέπεται πάλι σε υγρό. Έτσι, η μνήμη είναι καθοριστική γιατί έχοντας μέσα σου το αίμα αυτού που σε κοίταξε δεν μπορείς να τον ξεχάσεις. Άρα η καρδιά είναι μνήμη. Αυτή είναι η δύναμη της καρδιάς.

Και στην κοινωνικοπολιτική κατάσταση της χώρας μας, τι θα μπορούσε πιστεύετε να αποτελέσει «σιδερένιο νησί»;
Η ανάγκη μας να ονειρευτούμε, να οραματιστούμε και να έχουμε τη δύναμη για μια καθημερινή πρακτική της αισθητικής μας. Να κάνουμε πράγματα που μας αρέσουν, μας καθιστούν αξιοπρεπείς και δεν προσβάλουν τον άλλο, αντίθετα τον εμπνέουν.

Είστε από εκείνους που εκφράζουν δημόσια τη γνώμη τους για τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα στη χώρα μας. Θα μπαίνατε ποτέ στα χωράφια της πολιτικής;
Μου έχει γίνει πρόταση για την πολιτική, αλλά δεν με ενδιαφέρει. Προτιμώ να δείχνω τη στάση μου από τη θέση που βρίσκομαι και μέσα από το έργο μου. Ένας καλλιτέχνης μπορεί να πει δημόσια την άποψη του, μπορεί και όχι, γιατί κάποιες φορές αυτό παρεξηγείται. Οπότε είναι προτιμότερο να αφήνουμε το έργο μας να μιλά.

…Για να είμαι ειλικρινής, αν με ρωτούσατε αν θα άλλαζα δυο λεπτά πάνω στη σκηνή με τον Μίλτο Πασχαλίδη, με μια εμφάνιση με τον Paul McCartney, θα απαντούσα όχι, δεν θα τα άλλαζα…

Όντας και εσείς γονιός τι σας προβληματίζει περισσότερο και πώς θα θέλατε να είναι ο κόσμος των ενήλικων παιδιών σας;
Δεν πιστεύω αυτό που λένε ότι παλιά ήμασταν καλύτερα. Θέλω τα παιδιά μας να έχουν τη δύναμη να καθιστούν τους εαυτούς τους ικανούς να ονειρεύονται και να είναι ευτυχισμένοι. Αυτό μόνο. Πρέπει εμείς οι ίδιοι ως γονείς καταρχήν να μην είμαστε ψεύτικοι. Στο μέτρο που μπορούμε να είμαστε αληθινοί και σωστοί, στο σημείο που αυτού του είδους η ορθότητα να μην εγκλωβίζει τα παιδιά, αλλά να τα εμπνέει και να τους κάνει ποιοτικούς ανθρώπους.

«Η μαζική κουλτούρα, είναι αντικουλτούρα», είχε πει ο καθηγητής σας, ο Έκο. Τη συμμερίζεστε αυτή την άποψη; Έχει ισχύ στον κόσμο της μουσικής;
Μιλούσε καθαρά για το πώς επηρεάζουν τα μαζικά μέσα αυτό το οποίο λέμε πολιτισμό. Στο ίδιο κεφάλαιο, θεωρεί τον ορισμό του κιτς ως εξής: «Το κιτς δεν είναι παρά μόνο μια ληστεία ξένων εμπειριών, όπου ο ίδιος που τις καταληστεύει προσπαθεί να καταστήσει ενεργή την αποτελεσματικότητά τους, να τις οικειοποιηθεί». Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν ναι, είναι αντικουλτούρα. Αντικουλτούρα είναι και το να μηρυκάζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, να προσπαθούμε να τον εξωραΐζουμε.

Έχετε κάποιο motto; Ποιο είναι αυτό;
«Κάθε μέρα προσπαθώ να ξεχάσω τον εαυτό μου και να είμαι κάποιος καινούριος».


«Βόλτα στα Εξάρχεια» είναι ο τίτλος που έχετε δώσει στις εμφανίσεις που πραγματοποιείτε αυτόν τον καιρό στη μουσική σκηνή «Σφίγγα». Πώς προέκυψε ο τίτλος και τι είναι για εσάς τα Εξάρχεια;
Τα Εξάρχεια είναι η γειτονιά μου και κάνω βόλτα εδώ κάθε μέρα. Εδώ μένω, εδώ μεγαλώνουν τα παιδιά μου. Τα παιδιά μας μεγαλώνουν ανάμεσα στα δακρυγόνα και στα αστέρια κι αυτό έχει τη δική του ομορφιά, είναι τυχερά που έχουν τέτοιες εμπειρίες .Το χρέος κάθε γιου είναι να «σκοτώσει» τον πατέρα του –το χρέος της νέας γενιάς, εννοώ, είναι να αποταχτεί την παλαιότερη. Τα Εξάρχεια είναι πανέμορφη γειτονιά με έντονο πολιτιστικό και πολιτικό χαρακτήρα. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Μεταξουργείο και, από το 1980, μετακόμισα στα Εξάρχεια. Επειδή έζησα την περίοδο της διδακτορίας και της χούντας –είδα τα τανκς στο Μεταξουργείο να περνούν– για μένα τα Εξάρχεια είναι η πνευματική μου μεταπολίτευση. Εδώ είχα την τύχη να γνωρίσω όλους αυτούς τους μεγάλους, τους σπουδαίους, όπως ο Νικόλας Άσιμος, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, η Αρλέτα, η Κατερίνα Γώγου. Εδώ γνώρισα τα τραγούδια που αγάπησα και ήθελα πολύ να τα τραγουδήσω. Μεγάλη τύχη όλα αυτά να συνωμοτήσουν και να βρουν τον δρόμο τους μέσα από τη ματιά των νέων ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζομαι, όπως ο Μάξιμος Δράκος, ο Καλλίστρατος Δρακόπουλος και φυσικά οι String Demons. Η χαρά μου είναι μεγαλύτερη γιατί, ενώ τους ξεναγώ στα Εξάρχεια , εκείνοι έκαναν τα Εξάρχεια πιο δικά τους από ότι εγώ, βλέποντας με νέα ματιά αυτή τη γειτονιά και τα πολιτιστικά της παράγωγα.

Θέλετε να μου μιλήσετε λίγο για τη συνεργασία σας με τους String Demons και το καινούριο τραγούδι για τον Αλέξη Γρηγορόπουλο;
Το τραγούδι λέγεται «Άλφα» και το έγραψε η Λυδία Μπουντούνη. Μου έκανε τρομερή εντύπωση που αυτά τα νέα παιδιά εμπνεύστηκαν από αυτό το δυσάρεστο γεγονός. Ο Κωνσταντίνος και η Λυδία Μπουντούνη είναι πραγματικά πολύ μεγάλα ταλέντα και είμαι πολύ περήφανος και ευτυχισμένος που συνεργάζομαι μαζί τους. Είναι μεγάλη τιμή για μένα και είμαι σίγουρος ότι έχουν να μας δώσουν πολλά.

…Όσο γερνάω, τόσο προσπαθώ να γίνω σοφότερος, πιο συγκεκριμένος. Αλλά αυτό νομίζω θα το πετύχω μόνο με έναν τρόπο: να καταφέρω να ξεχάσω τον εαυτό μου…

Υπάρχουν άλλα ανακοινώσιμα μελλοντικά σχέδια;
Μετά τις εμφανίσεις στη «Σφίγγα», ξεκινά ένα μεγάλο πρόγραμμα συναυλιών. Θα βρεθούμε στη «Γιάφκα» στην Πάτρα, στην «Οδό Ονείρων» στη Χαλκίδα, θα ανέβουμε Θεσσαλονίκη και βόρεια Ελλάδα και μετά έχουμε Βόλο, Λάρισα, Τρίκαλα, καθώς και μια μεγάλη περιοδεία σε Κρήτη, Κέρκυρα, Σάμο. Από 14 έως 18 Φεβρουαρίου έχουμε και μια περιοδεία στη Γερμανία: Κολωνία, Στουτγάρδη και Φρανκφούρτη.

Και τι θα μας ευχηθείτε για τη Νέα Χρονιά;
Χαρά, δύναμη, κουράγιο, υπομονή και όνειρα!

————–

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here