Γράφει ο Παύλος Ζέρβας
Ο John Robert “Joe” Cocker γεννήθηκε στις 20 Μαΐου 1944 στο Sheffield της Αγγλίας, μια βιομηχανική πόλη που θα επηρέαζε βαθιά το αυθεντικό, γήινο στυλ του. Ο μικρός John μεγάλωσε ακούγοντας Ray Charles, Chuck Berry και Lonnie Donegan, ενώ η πρώτη του επαφή με το κοινό έγινε ως “Vance Arnold”, frontman του γκρουπ “Vance Arnold and the Avengers”, που άνοιγε για τους Rolling Stones σε τοπικές συναυλίες!
1968 – Η μεγάλη “έκρηξη”
Όταν το 1968 διασκεύασε το “With A Little Help From My Friends” των Beatles, τίποτα δεν ήταν πια ίδιο. Το τραγούδι μεταμορφώθηκε: από ένα ευχάριστο ποπ κομμάτι, έγινε μια σπαρακτική κραυγή για βοήθεια. Η ερμηνεία του άφησε άφωνους ακόμα και τους ίδιους τους Beatles – με τον Paul McCartney να δηλώνει αργότερα: «Αυτός ο άνθρωπος πήρε το τραγούδι και του έδωσε ψυχή».
Το τραγούδι απογειώθηκε και καθιέρωσε τον Cocker. Όταν εμφανίστηκε στο Woodstock το 1969, με τη φωνή του να σαρώνει και το σώμα του να κινείται σπασμωδικά από το πάθος, το κοινό τον λάτρεψε. Από τότε, τα live του έγιναν …τελετουργία!
Ο Leon Russell και η “Mad Dogs & Englishmen” εποχή
Το 1970 συνεργάζεται με τον Leon Russell σε μια από τις πιο καταιγιστικές περιοδείες της ροκ ιστορίας, με πάνω από 40 μουσικούς επί σκηνής! Το live album “Mad Dogs & Englishmen” κυκλοφόρησε με επιτυχία, δίνοντάς μας και μια μνημειώδη ερμηνεία του “The Letter” των Box Tops – μια κραυγή αποχωρισμού που έκοβε την ανάσα.
Feelin’ Alright – όταν η διασκευή ξεπερνά το πρωτότυπο
Το τραγούδι γράφτηκε από τον Dave Mason και κυκλοφόρησε αρχικά από τους Traffic το 1968, με τίτλο “Feelin’ Alright?” (με ερωτηματικό). Ήταν ένα χαλαρό, ψυχεδελικό κομμάτι, με αμφίθυμο τόνο.
Όταν όμως ο Joe Cocker το διασκεύασε την ίδια χρονιά, έσβησε το ερωτηματικό και …άναψε φωτιές: η ερμηνεία του ήταν γεμάτη ένταση και θυμό, σαν να μην έλεγε απλώς «δεν είμαι καλά» — αλλά να το κραύγαζε από τα σωθικά του! Παρόλο που ο τίτλος “Feelin’ Alright” ακούγεται σαν θετική δήλωση (“αισθάνομαι καλά”), στο πλαίσιο του τραγουδιού είναι σαρκαστικός ή ειρωνικός. Ο στίχος –και ιδιαίτερα όπως τον ερμηνεύει ο Joe Cocker– δεν εκφράζει ευφορία, αλλά πίκρα, απογοήτευση και εσωτερική σύγκρουση.
Πολλοί δεν ξέρουν καν ότι πρόκειται για διασκευή, αφού η εκδοχή του Cocker επισκίασε το πρωτότυπο και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο …κομπλιμέντο για έναν ερμηνευτή!
Οι πτώσεις και οι εθισμοί
Η επιτυχία όμως είχε τίμημα. Ο Cocker δεν άντεξε την πίεση, και βυθίστηκε στα ναρκωτικά και το αλκοόλ. Τη δεκαετία του ’70 η καριέρα του έμοιαζε να τελειώνει πρόωρα. Έκανε μικρές περιοδείες, η φωνή του είχε χαθεί και ο ίδιος δήλωνε: «Δεν ήξερα πια γιατί τραγουδούσα»…
Κι όμως, δεν εγκατέλειψε…
Η επιστροφή: “You Are So Beautiful” και κινηματογραφικά hits
Το 1974, έρχεται το “You Are So Beautiful”, ένα ερωτικό τραγούδι απλό και γυμνό, που έγινε ύμνος της αγάπης. Η φωνή του σπάει – όχι από αδυναμία, αλλά από αλήθεια. Το τραγούδι αυτό, που έγραψε ο Billy Preston, γνώρισε τεράστια επιτυχία και έγινε αναπόσπαστο μέρος των ρομαντικών αναμνήσεων εκατομμυρίων ανθρώπων.
Μετά την επιτυχία του “You Are So Beautiful” το 1974, ο Joe Cocker δεν εξαφανίστηκε – απλώς πάλευε με την εξάρτηση, τη φήμη και την προσωπική του ισορροπία. Το 1976 συνελήφθη για χρήση ναρκωτικών στην Αυστραλία, γεγονός που προκάλεσε ντόρο και επιδείνωσε την εικόνα του. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, επιχείρησε κάποιες εμφανίσεις σε μικρότερα venues, αρκετές φορές σε κακή φυσική κατάσταση λόγω των καταχρήσεων, κάτι που επηρέασε και την επαγγελματική του φήμη. Όμως… ποτέ δεν σταμάτησε να τραγουδά. Όσο κι αν έμοιαζε «χαμένος», εκείνος πάλευε – και αυτό κάνει αυτή την περίοδο συγκινητικά ανθρώπινη!
Η κυκλοφορία του “Sheffield Steel” το 1982, ηχογραφημένο στα Compass Point Studios στις Μπαχάμες (με παραγωγή των Sly & Robbie), ήταν το restart που χρειαζόταν.
Το άλμπουμ περιλάμβανε τα “Seven Days” (του Bob Dylan), “Many Rivers to Cross” και “Talking Back to the Night” (του Steve Winwood). Ήταν το πιο στιβαρό άλμπουμ του από το Mad Dogs & Englishmen, και το πρώτο βήμα προς την τελική αποκατάσταση της καριέρας του, που θα κορυφωνόταν με “Up Where We Belong” την ίδια χρονιά.
Πάντα στο 1982 λοιπόν, ο Cocker ενώνει τη φωνή του με την Jennifer Warnes για το “Up Where We Belong” από την ταινία “An Officer and a Gentleman”. Το τραγούδι κέρδισε Όσκαρ, Χρυσή Σφαίρα και Grammy, φέρνοντας τον Joe ξανά στην κορυφή.
1986 – Ο “καυτός” Cocker με το “You Can Leave Your Hat On”
Η δεκαετία του ’80 τον βρίσκει ώριμο, ερωτικό και σίγουρο. Το “You Can Leave Your Hat On”, διασκευή του Randy Newman, ακούγεται στην αισθησιακή σκηνή της ταινίας “9 1/2 Weeks” με τον Mickey Rourke και την Kim Basinger. Το τραγούδι μετατρέπεται σε συνώνυμο του ερωτισμού. Αν και διασκευή, η βραχνάδα του Joe το έκανε να του ανήκει ολοκληρωτικά.
Το ίδιο ισχύει και για το “Unchain My Heart” (του Ray Charles), που ερμήνευσε το 1987 με τέτοιο πάθος που πολλοί το έμαθαν από εκεί – χωρίς να ξέρουν καν πως πρόκειται για διασκευή!
“Don’t You Love Me Anymore” – το μοιρολόι ενός πληγωμένου άντρα
To “Don’t You Love Me Anymore”, ένα από τα πιο σπαρακτικά και προσωπικά τραγούδια του, μιλά για εγκατάλειψη, μοναξιά, ανθρώπινη ανάγκη. Το ερμήνευσε με τέτοια ευαισθησία που έδειξε πως κάτω από τη ροκ βραχνάδα, υπήρχε ένας πληγωμένος ποιητής.
“I Put A Spell On You” – μαγεία και σκοτεινός ρομαντισμός
Άλλη μια διασκευή, αυτή τη φορά του Screamin’ Jay Hawkins, που ο Cocker ανασύνθεσε σαν μια γοτθική εξομολόγηση. Από τις πιο δραματικές του στιγμές.
“My Father’s Son”, “Noubliez Jamais” και το ύστερο έργο του
Το “My Father’s Son” είναι μια από τις πιο ειλικρινείς εξομολογήσεις του. Αναφέρεται στον πατέρα του, τις ρίζες του, τη μάχη με τον εαυτό του.
Το “Noubliez Jamais” (1997), κουβαλά μια έντονη διάσταση ταυτότητας, μνήμης και περηφάνιας για τις ρίζες σου. Ένας ύμνος στη μνήμη και τη δύναμη να θυμάσαι ποιος είσαι. Το τραγούδι του έγραψε ο Chris Difford των Squeeze, με τη συμμετοχή της κόρης του Cocker, Lorraine, στα φωνητικά.
Αξίζει επίσης να αναφερθούν:
-
“When The Night Comes” – με τον Bryan Adams στη σύνθεση, μια αργή ροκ μπαλάντα για τον έρωτα και τη νύχτα.
-
“Summer In The City” – έντονο, νευρικό, ζωντανό.
-
“Feelin’ Alright” – από τα πρώτα του hits, αρχικά των Traffic.
First We Take Manhattan – σκοτεινή αποστολή!
Το “First We Take Manhattan” ήταν αρχικά τραγούδι του Leonard Cohen (1988), με μινιμαλιστική ηλεκτρονική ενορχήστρωση και υπόγεια ειρωνεία. Όμως το 1999, ο Joe Cocker το μετέτρεψε σε… επαναστατική αποστολή! Με μια βαριά, σχεδόν στρατιωτική ενορχήστρωση και τη φωνή του σαν γρέζι επανάστασης, ο Cocker το τραγούδησε σαν να μιλούσε ένας άνθρωπος που έχει δει τον κόσμο να καίγεται και τώρα… έρχεται να τον ανακαταλάβει.
“First we take Manhattan, then we take Berlin”
Σαν να δηλώνει: θα κατακτήσουμε πρώτα τα σύμβολα του σύγχρονου κόσμου και μετά ό,τι έμεινε από τον παλιό.
Ο ίδιος ο Leonard Cohen που έγραψε το τραγούδι είχε δηλώσει:
«Ο Joe Cocker έδωσε στην πρόθεσή μου φωνή, αλλά και οργή. Εγώ απλώς τη σκέφτηκα — εκείνος τη βίωσε».
Το τραγούδι κυκλοφόρησε στο άλμπουμ “No Ordinary World” (1999) και έδειξε ότι ο Joe, στα 55 του τότε, δεν είχε χάσει ούτε το πάθος ούτε την καλλιτεχνική του διορατικότητα.
Προσωπική ζωή: Μάχη και λύτρωση
Ο Joe πέρασε από πολλές σκοτεινές φάσεις, με κρίσεις κατάθλιψης, εξάρτηση από αλκοόλ, φυλακίσεις για ναρκωτικά. Όμως, από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά, ξεπέρασε τους δαίμονες του με τη βοήθεια της συζύγου του, Pam Baker (Αμερικανίδα παραγωγό ταινιών και φανατική θαυμάστριά του), που γνώρισε το 1978 όταν εκείνη του παραχώρησε ένα σπίτι στο Λος Άντζελες για να μείνει προσωρινά. Εκείνος βρισκόταν τότε σε κατάσταση προσωπικής διάλυσης, εθισμένος, μπερδεμένος και με την καριέρα του να φθίνει.
Η Pam στάθηκε στο πλευρό του ως σύντροφος, μέντορας και αργότερα, σύζυγος του. Παντρεύτηκαν και παρέμειναν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Πίσω από την καλλιτεχνική του αναγέννηση τη δεκαετία του ’80, βρίσκεται κατά πολλούς η αφοσίωση και η υποστήριξη της Pam. Ήταν εκείνη που τον βοήθησε να αποτοξινωθεί, να σταθεροποιηθεί ψυχολογικά και να ζήσει μια ήρεμη ζωή μακριά από τα φώτα.
Οι δυο τους ζούσαν στο Mad Dog Ranch στο Κολοράντο, σε μια ήρεμη και φυσική ζωή – μακριά από τη φασαρία, κοντά στη γη. Το όνομα της φάρμας ήταν φόρος τιμής στην περίφημη περιοδεία “Mad Dogs & Englishmen”.
Εκεί ο Cocker καλλιεργούσε λαχανικά, φρόντιζε τον κήπο του, αγαπούσε τα ζώα και ζούσε με γαλήνη. Είχε πει σε συνέντευξη: «Εδώ νιώθω ελεύθερος. Εδώ δεν είμαι ο Joe Cocker, είμαι απλώς ένας τύπος που ζει σε ένα ράντσο»…
Ο Joe Cocker δεν απέκτησε βιολογικά παιδιά με την Pam, όμως υιοθέτησε την κόρη της, Lorraine, από προηγούμενη σχέση της. Την αποκαλούσε “κόρη μου”, και εκείνη τον θεωρούσε πατέρα της. Μάλιστα, η Lorraine τραγούδησε μαζί του στα δεύτερα φωνητικά στο τραγούδι “N’oubliez Jamais” (1997), κάτι που ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει μια από τις πιο συγκινητικές εμπειρίες της ζωής του…
Το τέλος
Ο Joe Cocker έφυγε στις 22 Δεκεμβρίου 2014, στα 70 του, μετά από μάχη με τον καρκίνο στον πνεύμονα. Η φωνή του όμως είχε ήδη μπει στο πάνθεον της μουσικής.
Ο Paul McCartney χαρακτηριστικά είχε δηλώσει: «Ήταν υπέροχος τύπος, αγαπημένος τραγουδιστής. Ήταν μοναδικός».
Ο κόσμος έχασε μια φωνή, αλλά κράτησε μια ψυχή.
Ο Joe Cocker έκανε πολλές διασκευές, αλλά με τις υπέροχες ερμηνείες του έφτανε να κάνει τα τραγούδια δικά του! Οι διασκευές του έγιναν τελικές εκδοχές. Ήταν ένας μοναδικός “κλέφτης” τραγουδιών!!!