Γράφει ο Θανάσης Παπαζαφειρόπουλος
Φωτογραφίες: Χαρά Γερασιμοπούλου

Οι καλύτερες στιγμές είναι εκείνες που δεν έζησες ακόμα. Τα καλύτερα χρόνια είναι αυτά που θα έρθουν. Η καλύτερη συναυλία είναι αυτή που δεν πήγες ποτέ. Αγαπητέ αναγνώστη που δεν πρόλαβες να βρεις εισιτήριο ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δε μπόρεσες να βρεθείς στην Τεχνόπολη την περασμένη Παρασκευή, ό,τι κι αν σου μεταφέρω μέσα από αυτό το κείμενο, δε θα μπορέσει να αναπληρώσει αυτό που έχασες από τη μεγάλη συναυλία του Γιάννη Αγγελάκα και του Παύλου Παυλίδη.


Μια συνάντηση ιστορικών διαστάσεων για την ελληνική ροκ, ένα κάλεσμα που έσπασε το ψευδοδίλημμα «Τρύπες» ή «Ξύλινα», αλλά πολύ περισσότερο μια αφορμή για να γίνει επιτέλους γεγονός η περίφημη φράση «για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι». Πράγματι, έβλεπες άτομα κάθε ηλικίας, που είτε μεγάλωσαν με τους δύο αυτούς εκπροσώπους μιας ιδιαίτερης σκηνής είτε ανακαλύπτουν τώρα το περίφημο έργο τους. Μια ευκαιρία για να ανασυρθούν εφηβικές μνήμες, έρωτες, κλάματα, χαρές και μια νιότη ατίθαση και ανυπότακτη.


Ο Παύλος έκανε την αρχή. Δείγματα της βαριάς κληρονομιάς των Ξύλινων Σπαθιών αλλά και προσωπικές του στιγμές από τη μετέπειτα πορεία του με τους Bmovies, συνέθεσαν το σκηνικό της δικής του εμφάνισης. Τραγούδια σταθμοί όπως το «Τώρα αρχίζω και θυμάμαι», οι «Ρόδες», η «Ατλαντίς» και προς μεγάλη έκπληξη των περισσότερων, «ο Βασιλιάς της σκόνης», έφεραν στη σκηνή σπουδαίες στιγμές του συγκροτήματος και ξεχώρισαν δικαίως από τις υπόλοιπες επιλογές του. Το τελευταίο μάλιστα, σπανίως έως και ποτέ – αν δεν κάνω λάθος – εμφανιζόμενο στις επιλογές του, ήταν όπως είπε, επιθυμία του Αγγελάκα. Η ενέργεια του Παυλίδη στη σκηνή ήταν κάτι το αξιοσημείωτο, όπως και ο πολύ καλός ήχος αλλά και η για άλλη μια φορά εύστροφη και δυναμική μπάντα του.


Κάπου μέσα στο πρώτο μέρος έκανε μια σύντομη εμφάνιση και ο Αγγελάκας, όπου τραγούδησαν μαζί το «Ένα κεφάλι γεμάτο χρυσάφι» και το «Ζεστό αέρα» από Τρύπες και Σπαθιά αντίστοιχα. Αν και λίγο «τρακαρισμένη» αυτή η πρώτη σύμπραξη, σίγουρα άνοιξε την όρεξη για τη συνέχεια. Μετά από ένα μικρό διάλειμμα προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές, τη σκυτάλη πήρε ο Αγγελάκας με τη μπάντα των 100°C. Εν αντιθέσει με τον Παυλίδη, «ανέβασε γκάζια» από πολύ νωρίς και κινήθηκε σε πολύ δυναμικούς και έντονους ηχητικούς δρόμους, με τα πνευστά του να κάνουν τη διαφορά. Κινούμενος και αυτός ανάμεσα σε Τρύπες και προσωπική δισκογραφία (περισσότερο), ξεσήκωσε με επιλογές όπως το «Αιρετικό», το «Τρένο», το «Σαράβαλο», το «Σιγά μην κλάψω», το «Χαμένος τα παίρνει όλα», σε μια αρκετά ηλεκτρική ενορχήστρωση και το «Ακούω την αγάπη».


Εκεί, λοιπόν, που νομίζεις πως τα χεις δει όλα, συνειδητοποιείς ότι δεν έχεις δει τίποτα. Εδώ, λοιπόν, φτάνουμε στο σημείο της τελικής σύμπραξης. Είναι ίσως αυτές οι κοινές στιγμές που στιγμάτισαν τη συναυλία, ώστε να μιλάμε τόσο διθυραμβικά για την επιτυχία της, χωρίς φυσικά αυτό να αναιρεί την προσωπική εμφάνιση του καθενός. Αυτό, όμως, που συνέβη εκεί πάνω δεν περιγράφεται εύκολα. Πολύ περισσότερο δεν περιγράφεται ο χαμός που έγινε από κάτω με τις φωτοβολίδες, τα σπρωξίματα και τις ιδρωμένες μπλούζες να ανεμίζουν, βγαλμένα θαρρείς από άλλη εποχή. Σε απόλυτη συναστρία, με κέφια τρελά και την ευγνωμοσύνη ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους, ο Αγγελάκας και ο Παυλίδης έπαιξαν και τραγούδησαν με την ψυχή τους. Η «Σπασμένη πολυθρόνα» να μπλέκεται με την «Αμνησία», το «Όλα είναι δρόμος» με το «Μόνο αυτό» και το «Δε χωράς πουθενά» με τη «Γιορτή» να δημιουργούν κορυφαίες στιγμές. Συγκλονιστικές ροκιές με την «Ταξιδιάρα ψυχή» και το «Θ’ ανατέλλω», διόλου τυχαία προφανώς, κλείνει μια συναυλία που ναι, κύριες και κύριοι, μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε την καλύτερη της χρονιάς…!


*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού γραπτού ή οπτικού, χωρίς την άδεια του Music Corner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here