Γράφει ο Παύλος Ζέρβας

Ήταν κάποτε δύο νεαροί από το Λίβερπουλ που ονειρεύονταν να αλλάξουν τον κόσμο. Και, κατά κάποιον τρόπο, το κατάφεραν. Ο John Lennon και ο Paul McCartney δεν ήταν απλώς δύο μέλη ενός συγκροτήματος. Ήταν δύο πόλοι μιας δύναμης που θα γεννούσε την επανάσταση της σύγχρονης μουσικής.
Η σχέση τους έμοιαζε με εκείνη δύο πλανητών που περιστρέφονται γύρω από τον ίδιο ήλιο -τη μουσική- αλλά με διαφορετική βαρύτητα. Όσο πιο κοντά έρχονταν, τόσο πιο έντονη γινόταν η έλξη, αλλά και η πιθανότητα της σύγκρουσης!

Από τα πρώτα χρόνια του Λίβερπουλ στο όνειρο των Beatles

Όταν γνωρίστηκαν το 1957, ο Lennon ήταν το “ανεξάρτητο πνεύμα”, γεμάτος σαρκασμό και επαναστατική διάθεση, ενώ ο McCartney ήταν ο πιο προσεκτικός, οργανωτικός και μουσικά δομημένος. Ο John είχε ψυχή καλλιτέχνη που πάλευε με την εσωτερική του ανασφάλεια. Ο Paul είχε αυτό το αφοπλιστικό χάρισμα να μετατρέπει κάθε μελωδία σε κάτι που άγγιζε το ευρύ κοινό.
Αυτό που ακολούθησε ήταν μια συνεργασία που θα άλλαζε τη μουσική ιστορία…
Lennon / McCartney: δύο ονόματα που από τότε γράφονταν πάντα μαζί, ακόμη κι όταν οι καρδιές και οι ιδέες τους άρχισαν να χωρίζουν.

Η χημεία τους ήταν εκρηκτική. Ο Lennon έφερνε τη σκληρότητα, το χιούμορ, τη βαθιά ψυχολογική διάσταση. Ο McCartney τη μελωδία, τη δομή, την ομορφιά. Μαζί δημιούργησαν ένα σώμα έργου που δεν έχει όμοιό του. Από το “Please Please Me” μέχρι το “A Day in the Life”, έβρισκαν πάντα ένα κοινό σημείο ισορροπίας, ακόμη κι όταν οι προσωπικότητές τους συγκρούονταν.

Η πρώτη σκιά

Μετά το 1966, η ισορροπία άρχισε να διαταράσσεται. Ο Lennon, κουρασμένος από τη φήμη και εγκλωβισμένος στη δημόσια εικόνα του, αναζητούσε κάτι πιο αληθινό, κάτι που θα τον απελευθέρωνε. Η γνωριμία του με τη Yoko Ono υπήρξε γι’ αυτόν σταθμός: ξύπνησε μέσα του μια βαθύτερη ανάγκη για προσωπική και καλλιτεχνική αυτονομία.

Ο Paul, αντίθετα, έβλεπε τους Beatles ως οικογένεια που έπρεπε να μείνει ενωμένη. Ήταν εκείνος που κρατούσε τη δημιουργική μηχανή ενεργή, που πίεζε για νέες ηχογραφήσεις, που ονειρευόταν το “Sgt. Pepper’s” και το “Abbey Road”. Αλλά κάθε προσπάθεια συνοδευόταν πλέον από ένταση. Ο Lennon ένιωθε πως ο McCartney ήθελε να ελέγχει τα πάντα. Ο McCartney πίστευε πως ο Lennon είχε παραδοθεί στην αδιαφορία.

Η διάλυση του ονείρου

Το 1968 και το 1969, με το “White Album” και το “Let It Be”, οι ρωγμές έγιναν χάσματα. Η δημιουργική σύγκρουση είχε φτάσει στο ζενίθ: οι πρόβες γίνονταν σκηνές έντασης, οι συνεννοήσεις μετρούνταν με βλέμματα και όχι με λόγια.
Η διάσημη δήλωση του Lennon “I want a divorce”, ειπώθηκε με πικρία αλλά και με ειλικρίνεια. Ήταν η παραδοχή ότι το συγκρότημα που άλλαξε τον κόσμο είχε φτάσει στο τέλος του.

Το 1970 ο McCartney ανακοινώνει επίσημα την αποχώρησή του. Ο κόσμος παγώνει. Οι Beatles, το σύμβολο μιας γενιάς, δεν υπάρχουν πια. Και για πρώτη φορά, οι Lennon και McCartney βρίσκονται πραγματικά απέναντι, όχι μόνο καλλιτεχνικά, αλλά και ανθρώπινα.

Οι πληγές μετά τη διάλυση

Η δεκαετία του ’70 ξεκινά με δημόσιες δηλώσεις, πικρές συνεντεύξεις και τραγούδια “επιθέσεις”. Ο Lennon γράφει το περίφημο “How Do You Sleep?”, μια ωμή απάντηση στον Paul, γεμάτη σαρκασμό και θυμό:
“The only thing you done was Yesterday…”

Ο Paul απαντά εμμέσως, μέσα από το “Too Many People”, κατηγορώντας τον Lennon για υποκρισία και υπερβολική αυτοπροβολή.

Ήταν τραγούδια που, ενώ φαινομενικά μιλούσαν για “κάποιον άλλον”, στην πραγματικότητα αποκάλυπταν την πληγή μιας φιλίας που είχε μετατραπεί σε ανταγωνισμό.

Τα media τρέφονταν με αυτή τη σύγκρουση. Οι θαυμαστές χωρίστηκαν σε “Lennonικούς” και “McCartneyκούς”. Όμως, πίσω από τα εξώφυλλα, υπήρχε πάντα ένας υπόγειος δεσμός. Ο Lennon άκουγε τα άλμπουμ του Paul και συχνά τα σχολίαζε με ειρωνεία αλλά και θαυμασμό. Ο Paul, από την άλλη, δεν σταμάτησε ποτέ να παραδέχεται ότι “ο John ήταν αξεπέραστος στο να κάνει μια απλή φράση να ακούγεται σαν αλήθεια”.

Οι δικοί τους δρόμοι

Ο Lennon θα ακολουθούσε τον δικό του πιο προσωπικό δρόμο. Το “Imagine” έγινε το σύμβολο μιας νέας εποχής, ενός οικουμενικού ιδανικού ειρήνης και ενότητας, κάτι που ο Paul ποτέ δεν θα μπορούσε ή δεν θα ήθελε να εκφράσει με τέτοιο τρόπο.

Ο McCartney, με τους Wings, συνέχισε να δημιουργεί επιτυχίες: “Band on the Run”, “Live and Let Die”, “My Love”. Εκείνος έμεινε ο άνθρωπος που ήξερε να χτίζει τραγούδια για να τα τραγουδά ο κόσμος.

Η πορεία τους απέδειξε ότι ο καθένας κουβαλούσε κάτι αναντικατάστατο από το άλλο μισό του. Ο Lennon είχε το πνεύμα, την αλήθεια, τη φωτιά. Ο McCartney είχε την αρμονία, τη μελωδία, τη φροντίδα στη λεπτομέρεια. Και χωρίς ο ένας τον άλλον, κανείς δεν μπόρεσε να φτάσει ξανά στο απόλυτο που πέτυχαν μαζί.

Η αργή συμφιλίωση

Παρά τις δηλώσεις και τις αποστάσεις, οι δυο τους άρχισαν να ξαναβρίσκουν δειλά επικοινωνία στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Μιλούσαν στο τηλέφωνο, αντάλλασσαν ιστορίες για τα παιδιά τους, γελούσαν για τα παλιά. Ο Lennon είχε δηλώσει λίγο πριν τον θάνατό του ότι “ο Paul είναι σαν αδερφός μου, δεν μπορείς να σβήσεις κάτι τέτοιο”.
Υπήρχε μια αίσθηση πως κάποια στιγμή θα συνεργάζονταν ξανά. Η μοίρα όμως δεν τους άφησε τον χρόνο.

Μετά το τέλος

Η δολοφονία του John Lennon το 1980 έκοψε οριστικά κάθε πιθανότητα επανένωσης. Ο Paul συγκλονίστηκε βαθιά, αν και οι πρώτες του δηλώσεις παρερμηνεύτηκαν ως ψυχρές. Στην πραγματικότητα, δεν μπορούσε να εκφράσει το μέγεθος της απώλειας. Χρόνια αργότερα, το τραγούδι “Here Today” αποκάλυψε όλη την τρυφερότητα και τη θλίψη που ένιωθε:
“And if I said I really knew you well, what would your answer be? If you were here today…”

Εκεί, ο McCartney δεν τραγουδά ως Beatle. Τραγουδά ως φίλος που δεν πρόλαβε να πει όσα ήθελε.

Η “κόντρα” Lennon–McCartney δεν ήταν ποτέ απλώς μια διαφωνία. Ήταν η αντανάκλαση δύο ψυχών που πάλευαν να βρουν τον εαυτό τους μέσα στη δίνη της επιτυχίας. Κανείς τους δεν θα ήταν ο ίδιος χωρίς τον άλλον. Ίσως αυτή να είναι η μεγαλύτερη ειρωνεία της ιστορίας: ότι ο ένας έδωσε στον άλλον ακριβώς ό,τι του έλειπε.

Σήμερα, όταν ακούμε ένα τραγούδι των Beatles, μπορούμε σχεδόν να νιώσουμε αυτή τη διπλή ενέργεια, το σκοτάδι και το φως, την επανάσταση και τη γαλήνη, το “Imagine” και το “Hey Jude”. Δύο κόσμοι που κάποτε συναντήθηκαν και δημιούργησαν κάτι που κανείς δεν μπόρεσε να επαναλάβει.

Και κάπως έτσι, η ιστορία τους παραμένει το πιο ανθρώπινο, το πιο συγκινητικό και το πιο αληθινό κεφάλαιο στις “επικές κόντρες” της μουσικής. Γιατί, τελικά, δεν ήταν ποτέ εχθροί. Ήταν δύο μισά της ίδιας ψυχής και μαζί, έγιναν αθάνατοι.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ