ΕΡΡΙΚΟΣ ΜΗΛΙΑΡΗΣ
(σε… meeting με την Αλέξια Αγαπάκη)

Η μαγεία του θεάτρου έγκειται στη συνάντηση των ηθοποιών με τους θεατές και στα συναισθήματα που βιώνουν όλοι μαζί κατά τη διάρκεια της παράστασης, σε ένα ταξίδι ακαθόριστο, απρόβλεπτο ..όμως γεμάτο χρώματα, ήχους, φωνές και σιωπές που δίνουν μία άλλη διάσταση, έστω για λίγο, στη πραγματικότητα σου. Η παράσταση “Υπόσχεση” της Ελεάννας Σαντοριναίου, σε ταξιδεύει από την πρώτη στιγμή, σε μία τέτοια συνθήκη και ένας σημαντικός παράγοντας που παίζει ρόλο σε αυτό, είναι ο Ερρίκος Μηλιάρης, ένας νέος και ταλαντούχος ηθοποιός που υποδύεται τον Λεονίντικ, έναν ρομαντικό και ασθενικό ποιητή. Τον συναντάμε στην αρχή, νέο και με όνειρα και μέχρι το τέλος, ενώ εξελίσσεται σε έναν άνθρωπο με διαφορετικά βάρη στις πλάτες του, μοιράζεται μαζί μας την αλήθεια του, με την ίδια αφοπλιστική ειλικρίνεια και καθαρότητα. Γι’ αυτόν τον λόγο, μετά από την παράσταση θελήσαμε να τον συναντήσουμε και να μάθουμε περισσότερα γι’ αυτόν. Ιδού λοιπόν το αποτέλεσμα!

Πρωταγωνιστείς στην παράσταση “Υπόσχεση- Καημένε μου Μάρικ” που παίζει κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο “Φούρνος”. Πώς θα περιέγραφες αυτήν την εμπειρία;
Για εμένα είναι πραγματικά απολαυστική η αναμέτρηση με αυτό το έργο. Απολαμβάνω τις παραστάσεις πάρα πολύ. Είναι η πρώτη φορά που συμμετέχω σε ένα τόσο ανθρώπινο έργο και με τόσες προκλήσεις.

Υποδύεσαι τον Λεονίντικ, έναν ποιητή ευαίσθητο, νευρικό, και αρκετά εσωστρεφή. Ποια ήταν η μεγαλύτερη σου πρόκληση με τον συγκεκριμένο ρόλο;
Υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία ανάμεσα σε εμένα και τον συγκεκριμένο ρόλο, οπότε ήταν μεγάλη πρόκληση να εμπλακώ πραγματικά χωρίς να προσπαθώ να «κρυφτώ» πίσω από κάτι. Απ’ την άλλη οι διαφορετικές ηλικιακές περίοδοι που συναντάμε τους ρόλους, ήταν επίσης ένα στοίχημα, απ’ την μία να αναδειχθεί η ηλικιακή διαφορά στο σώμα μας και την κινησιολογία μας, αλλά κυριότερα να φανεί σε επίπεδο διάθεσης και κατάστασης. Τι σημαίνει η κάθε ηλικία για τον συγκεκριμένο ρόλο, ποια συνθήκη ορίζει, πως διαμορφώνεται από αυτό που ο ρόλος ζητάει στην εκάστοτε ηλικία.

Το ιστορικό πλαίσιο του έργου είναι η πολιορκία του Λένινγκραντ, η παράσταση όμως δεν τοποθετείται κάπου συγκεκριμένα. Εάν υποθέσουμε, ότι στις μέρες μας οι πόλεμοι διεξάγονται περισσότερο συμβολικά, με ποιους τρόπους μπορούν να επηρεάσουν τους νέους;
Εμείς πιστεύω ζούμε σε έναν παραλογισμό όσον αφορά αυτό το ζήτημα. Πόλεμοι, πραγματικοί και όχι συμβολικοί, υπάρχουν. Πολλοί, μάλιστα, δίπλα μας. Εμείς εδώ, «στη Δύση», βιώνουμε τους λεγόμενους οικονομικούς πολέμους και μέχρι εκεί, αλλά όλο αυτό είναι μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να έρθουμε στην ίδια θέση αλλά εμείς πιστεύουμε ότι δε γίνονται αυτά εδώ (ξεχνώντας για παράδειγμα τι είχε γίνει με τη Γιουγκοσλαβία, εντός δηλαδή της Ευρώπης, στην καρδιά των Βαλκανίων. Ποιος θα το πίστευε;!). Πρέπει να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε με μεγαλύτερη ταπεινότητα τη ζωή και την ιστορία, να μην θεωρούμε τίποτα δεδομένο, και να καταλάβουμε ότι ο αγώνας για ορισμένες αξίες στη ζωή και την κοινωνία και οι μάχες για ζητήματα ελευθερίας, ειρήνης, ισότητας κτλ είναι ένας αγώνας ασταμάτητος που θα τον δίνει η ανθρωπότητα ες αεί και εκεί πρέπει να αναλάβουμε κι εμείς το μερίδιο μας στην ιστορία.

Πώς πιστεύεις ότι βιώνει ο Λεονίντικ τη μετάβαση από την συνθήκη του πολέμου σε μία συνθήκη ασφάλειας, όπου χάνεται ο φόβος του άμεσου θανάτου;
Νομίζω στην αρχή, όταν ακόμα δηλαδή είναι νέος, αυτή η αλλαγή τον ωθεί στο να διεκδικήσει τα όνειρα του όπως δεν τα διεκδίκησε ποτέ. Και είναι φανερό, νομίζω, αυτό το στοιχείο, η επιμονή δηλαδή και το σθένος με τα οποία διεκδικεί αυτό που θέλει. Όταν πια βέβαια τον ξαναβλέπουμε μετά από χρόνια είναι τραγελαφική η κατάσταση που τον βρίσκουμε, συμβιβασμένο, ρουτινιασμένο, «στάσιμο». Υπάρχει και αυτός ο θάνατος. Χειρότερος ίσως κι απ’ του πολέμου.

Η έννοια της «υπόσχεσης», αναπαράγει ένα σχεδόν ξεχασμένο ρομαντισμό και μια αφοσίωση, που σπάνια εμφανίζονται σήμερα. Με τη κρίση αξιών και σχέσεων που βιώνουμε και με το ατομικό να υπερέχει του συλλογικού, πιστεύεις πως θα μπορούσε κάποιος να εμπνευστεί από τα τωρινά δεδομένα και να γράψει μια παρόμοια ιστορία;
Απόλυτα. Βέβαια είναι και ζήτημα κουλτούρας του εκάστοτε τόπου. Δεν είναι τυχαίο που αυτό το έργο γράφτηκε στη Ρωσία, μια χώρα που οργανώθηκε για χρόνια στη βάση της έννοιας της συλλογικότητας. Και ίσως και ο συγγραφέας κάνει και μια κάποια κριτική στην κατάληξη της Ρωσίας του ’65, τότε που έγραψε το έργο. Πάντως τα ζητήματα που καταπιάνεται το έργο είναι τόσο ανθρώπινα και αρχέγονα ουσιαστικά, που καταλήγουν να είναι διαχρονικά και να απασχολούν σε οποιαδήποτε εποχή ή τόπο.

Στην αρχή της παράστασης, η Λίκα, ο Λεονίντικ, και ο Μάρικ, βιώνουν μια «πολιορκημένη» Άνοιξη που στην αυγή της εφηβείας τους, τους καθορίζει και ουδέποτε τους εγκαταλείπει. Σ’ έχει καθορίσει ποτέ μια δική σου Άνοιξη στην οποία δεσμεύτηκες, όπως αυτοί, «να μην προδώσεις ποτέ» ;
Νομίζω ότι η συγκεκριμένη «Άνοιξη» στο έργο, είναι ουσιαστικά οτιδήποτε έχει καθορίσει έναν άνθρωπο στη ζωή του. Μια κατάσταση ή ένας άνθρωπος. Όλοι έχουμε τέτοιες στιγμές στη ζωή μας, που μας έχουν διαμορφώσει σαν ανθρώπους δηλαδή. Κι αυτές τις στιγμές, είναι αδύνατον να τις προδώσεις. Γιατί εξ αιτίας τους, είσαι αυτός που είσαι.

Στις μέρες μας είναι γεγονός πως αφενός οι πόλεμοι λιγόστεψαν, αφ’ ετέρου όλες οι παράμετροι διεξαγωγής τους διαφοροποιηθήκαν. Πιστεύεις πως το θέατρο μπορεί να λειτουργήσει σαν παράγοντας εξανθρωπισμού, πνευματικής αφύπνισης και ειρήνης;
Σαφώς. Αλλά το θέατρο από μόνο του δε νομίζω ότι κατέχει τέτοια επιρροή. Χρειάζεται αγώνας σε όλα τα επίπεδα. Τα ζητήματα που θέτετε είναι ξέρετε της διπλανής πόρτας. Υπάρχουν στο πως θα μιλήσεις στο γείτονα, στο τι κάνεις αν δεις μπροστά σου, στο δρόμο, κάποιο φαινόμενο ρατσισμού κτλ… Κι οι άνθρωποι του θεάτρου δεν είναι άγιοι, ούτε απαραίτητα «παράδειγμα ανθρώπου» (μη σας πω, υπάρχουν και φορές που σχεδόν μας σιχαίνομαι). Το θέατρο από μόνο του, σαν έννοια, και με τα κείμενα του, δείχνει κάποιους δρόμους, αλλά πριν ακόμα απ’ τον θεατή, πρέπει να τους δούμε εμείς που ασχολούμαστε μαζί του, και έπειτα να το φέρουμε στη ζωή μας και στην άμεση καθημερινότητα μας. Να μην περιοριζόμαστε στον κλειστό κύκλο του θεάτρου, και να είμαστε δηλαδή χαμένοι στον δικό μας μικρόκοσμο. Και να είμαστε πάνω από όλα, κατά την άποψη μου, πολιτικά όντα!

Πως θα περιέγραφες με λίγες λέξεις το θέατρο στην Ελλάδα του σήμερα;
Ακαθόριστο, συγχυσμένο, πολλές φορές «ελιτίστικο» αλλά παράλληλα επίσης ουσιώδες, πειραματικό (με την καλή έννοια) και ριψοκίνδυνο.

H παράσταση σου αφήνει μια γλυκιά γεύση, αφού θα λέγαμε ότι τελειώνει αισιόδοξα. Η απόφαση του Λεονίντικ στο τέλος, θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια ανάγκη υπέρβασης του εγώ, με κατεύθυνση προς τον δρόμο της ελευθερίας. Μήπως τελικά, η ουσία της υπόσχεσης, έγκειται στο ότι είναι ένα καθαρά προσωπικό ζήτημα που μας βοηθά να χαρτογραφούμε καλύτερα τον χάρτη της ζωής μας;
Η πράξη του Λεονίντικ για μένα έχει πολλές ερμηνείες. Το σίγουρο όμως είναι πως πρόκειται για μια υψηλή πράξη αγάπης, που αποτελεί ιδανικό παράδειγμα του Ανθρώπου.
Αυτά τα θέματα δεν είναι ποτέ στην πραγματικότητα προσωπικά. Ο Λεονίντικ δε θα έκανε τίποτα, αν δεν συνειδητοποιούσε το «κακό» που έχει κάνει στη Λίκα. Από εκεί αρχίζουν όλα, και μετά ορίζεται και η προσωπική επιδίωξη του ιδίου.

Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Προς το παρόν συνεχίζουμε με την «Υπόσχεση» και με την «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» στο θέατρο Βασιλάκου, που έχουμε δρόμο ακόμα και με τα δύο. Από εκεί και πέρα, δεν είναι κάτι ανακοινώσιμο προς το παρόν.

Διαβάστε επίσης ρεπορτάζ της Αλέξιας Αγαπάκη για την παράσταση “Η υπόσχεση – Καημένε μου Μάρικ” ή δείτε αναλυτικά τα στοιχεία της παράστασης στο σχετικό δελτίο τύπου

——————-

*** Απαγορεύεται αυστηρά η αναδημοσίευση υλικού, χωρίς την άδεια του MusicCorner…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here